Ομιλία στο Μνημείο Πεσόντων Νεοχωριτών
83η επέτειος της Μάχης της Κρήτης
23-5-2024
«Σαράντα μέρες γύριζα το περασμένο καλοκαίρι την Κρήτη, για να δω τα χωριά που γκρέμισαν και έκαψαν οι βάρβαροι και τους άντρες και τις γυναίκες που τους έντυσαν τη μαύρη αρματωσιά του πένθους. Περίμενα να ακούσω κλάματα και να δω χέρια να απλώνονται να ζητούν τη βοήθεια. Και βρήκα ανυπότακτες, απαράδοτες ψυχές και κορμιά μισόγυμνα, πεινασμένα και αλύγιστα… Αδάμαστες ψυχές οι Κρητικοί, χιλιάδες τώρα χρόνια, παλεύουν στα κακοτράχαλα κρητικά βουνά την πείνα, τη γύμνια, τους βαρβάρους. Κι ούτε η μοίρα ούτε οι άνθρωποι μπόρεσαν ποτέ να τους κάμουν να σκύψουν το κεφάλι».
Αυτά γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης το 1945 μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας και της Κρήτης από τη Γερμανική κατοχή. Αυτό το υψηλό φρόνημα των Κρητικών βρήκε την κορυφαία έκφρασή του στη μάχη της Κρήτης, στην επική, όπως χαρακτηρίζεται, αντίσταση των ηρωικών υπερασπιστών της μεγαλονήσου, απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς, το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου του 1941.
Η μάχη της Κρήτης αποτελεί φωτεινό ορόσημο στη διαχρονική πάλη του ανθρώπου ενάντια στο φασισμό. Αλλά και τομή στην Ιστορία. Η καινοτομία της ήταν η καθολική λαϊκή αντίσταση, ο πάνδημος συναγερμός, που αποτέλεσε το έναυσμα, τον καταλύτη και την εναρκτήρια πράξη της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής λαϊκής αντίστασης. Οι απλοί πολίτες που κινητοποιήθηκαν στη μάχη της Κρήτης, σε έναν παλλαϊκό ξεσηκωμό χωρίς προηγούμενο, δεν υπερασπίζονταν μόνο την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας και την ελευθερία τους, αλλά έδιναν τον αγώνα για την απόκρουση και τη συντριβή του Ναζισμού, της ισόβιας σκλαβιάς και της εκμετάλλευσης της ανθρωπότητας από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Η Κρήτη, το μοναδικό ελεύθερο ελληνικό έδαφος πριν την γερμανική επίθεση, είχε τεθεί στο στόχαστρο των Μεγάλων δυνάμεων ήδη από τα χρόνια του μεσοπολέμου λόγω της σημαντικής γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής θέσης της. Αξίζει να σημειωθούν δύο χαρακτηριστικά της κατοχής: η Κρήτη υπήρξε μάλλον η πιο πυκνά κατεχόμενη περιοχή της Ευρώπης και ταυτόχρονα η περιοχή στην οποία παρέμειναν οι Γερμανοί, αφού είχαν ήδη απελευθερωθεί όλες οι ευρωπαϊκές τους κτήσεις.
Λίγο πριν οι Γερμανοί καταλάβουν την Αθήνα, στις 25 Απριλίου 1941, ο Χίτλερ, παρά την έντονη βιασύνη του για την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση, ενέκρινε την «Επιχείρηση Ερμής», η οποία προέβλεπε τη γρήγορη κατάληψη των αεροδρομίων και των πόλεων του νησιού με κεραυνοβόλες ενέργειες αλεξιπτωτιστών και την αποκοπή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων μεταξύ Ηρακλείου, Χανίων και Ρέθυμνου.
Η ελληνική πολιτική ηγεσία είχε επαναπαυτεί, θεωρώντας την άμυνα της Κρήτης εξασφαλισμένη από τους Βρετανούς. Έτσι απέσυρε την 5η Μεραρχία για το μέτωπο στην Ήπειρο. Ο Βρετανός Ναύαρχος δήλωσε ότι οποιαδήποτε απόβαση στην Κρήτη ήταν αδύνατη όσο ο ίδιος φρουρούσε την περιοχή. Με δεδομένη την απουσία της 5ης Κρητικής Μεραρχίας, την υπεράσπιση της Κρήτης ανέλαβαν όσοι Έλληνες στρατιώτες είχαν παραμείνει στο νησί, όσοι έφτασαν εκεί από την ηπειρωτική Ελλάδα μετά τη συνθηκολόγηση, ανάμεσα στους οποίους και 300 της Σχολής Ευελπίδων που στασίασαν, οι δυνάμεις της Χωροφυλακής καθώς και Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιωτικοί που διεκπεραιώθηκαν στο νησί τις προηγούμενες μέρες∙ τέλος, ο άμαχος πληθυσμός που πολέμησε αυθόρμητα με ό,τι μέσο είχε στα χέρια του και αυτό γιατί η κυβέρνηση Μεταξά, με πρόσχημα την αποστολή όπλων στο μέτωπο, είχε αφοπλίσει το νησί, κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο.
Τα ξημερώματα της 20ης Μαΐου 1941, άρχισε η επιχείρηση των Γερμανών για την κατάληψη της Κρήτης, η πρώτη μεγάλη αεραποβατική επιχείρηση, μοναδική ως προς το γεγονός πως ο βασικός στόχος κατελήφθη εξ ολοκλήρου από αέρος. Οι Κρητικοί, αν και άοπλοι, ανεκπαίδευτοι και εγκαταλελειμμένοι από την επίσημη ηγεσία τους, προκάλεσαν βαρύτατες απώλειες στους αλαζόνες κατακτητές που αιφνιδιάστηκαν από την αντίστασή τους, ιδιαίτερα επικίνδυνη για τους διάσπαρτους και μεμονωμένους Γερμανούς στρατιώτες. Με απίστευτη αφέλεια οι Γερμανοί νόμιζαν ότι θα είχαν τη συμπαράσταση και την ενεργό βοήθεια των Κρητικών ή τουλάχιστον ότι θα έβλεπαν με απάθεια και αδιαφορία την επιδρομή. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν επειδή ήξεραν ότι οι Κρητικοί ήταν Βενιζελικοί και έβλεπαν με απέχθεια τη δικτατορία του Μεταξά. Δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν μια απλή ιστορική πραγματικότητα: οι Κρητικοί δεν ανέχονται και δεν ανέχτηκαν ποτέ, ντόπιους ή ξένους τυράννους.
Δύο μόνο μέρες μετά από την πτώση των αλεξιπτωτιστών, η κυβέρνηση Τσουδερού με το βασιλιά εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης, επιβιβάστηκαν σε καράβια και «έθεσαν τον εαυτό τους μακράν του εχθρού». Είναι βαριά η πολιτική ευθύνη της δικτατορικής κυβέρνησης που δεν προγραμμάτισε την επιστροφή της 5ης Μεραρχίας. Και είναι πολύ βαριά η ευθύνη αυτή, όταν τις παραμονές της εισβολής, ενώ είχαν γίνει γνωστά τα σχέδια και οι προετοιμασίες των Γερμανών, η ελληνική και αγγλική διοίκηση παρέλειψαν στοιχειώδη μέτρα που επέβαλε η τακτική του πολέμου και τα οποία ζητούσαν επίμονα οι Κρητικοί: έκτακτη επιστράτευση ή έστω την αξιοποίηση του οπλισμού που υπήρχε τότε στις αποθήκες. Έτσι οι απλοί Κρητικοί αφέθηκαν στην εκδικητική μανία των κατακτητών.
Οι Γερμανοί, εκτός από τη μνησικακία για τις μεγάλες απώλειες τους, την πληγωμένη τους τιμή, φλέγονταν και από θυμό επειδή τόσοι πολλοί από τους καλύτερους στρατιώτες τους σκοτώθηκαν πριν ακόμα πατήσουν στο έδαφος. Μάλιστα, υπάρχουν αποδείξεις ότι σε κάθε αλεξιπτωτιστή είχε δοθεί ένα αντίτυπο των «Δέκα Εντολών» της μεραρχίας αλεξιπτωτιστών του στρατηγού Student. Η ένατη εντολή έγραφε: «Εναντίον του τακτικού στρατού του εχθρού να πολεμάτε με ιπποτισμό, αλλά μη δείχνετε έλεος στους αντάρτες». Κατά συνέπεια, οι Βρετανοί θεωρήθηκαν από τους κατακτητές αιχμάλωτοι πολέμου. Οι απλοί πολίτες, όμως, που αντιστάθηκαν, αφέθηκαν στη θηριώδη αντεκδίκηση του κατακτητή: καταδιώχτηκαν, βασανίστηκαν, τουφεκίστηκαν.
Την 1η Ιουνίου 1941, μετά από αγώνα πέραν των δέκα ημερών, έληξε η Μάχη της Κρήτης με επικράτηση των γερμανικών δυνάμεων, παρά τη γενναιότητα με την οποία πολέμησαν οι εκεί βρετανοελληνικές δυνάμεις και την πείσμονα αντίσταση του ηρωικού κρητικού λαού, του οποίου το θάρρος, η τόλμη και το πνεύμα αυτοθυσίας υπήρξαν ανυπέρβλητα και προκάλεσαν το θαυμασμό τόσο των Ελλήνων, όσο και όλων των Συμμάχων. Το τίμημα όμως της νίκης αυτής ήταν τόσο σοβαρό, ώστε μέχρι το τέλος του πολέμου οι Γερμανοί δεν ξανατόλμησαν παρόμοια ενέργεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Γερμανοί είχαν στη Μάχη της Κρήτης τετραπλάσιους νεκρούς από ό,τι σε όλα τα Βαλκάνια και μάλιστα οι βαριές απώλειες που προξένησαν στις επίλεκτες ομάδες των Γερμανών αλεξιπτωτιστών οι Κρητικοί είχαν ως συνέπεια να μην χρησιμοποιηθεί ξανά σε άλλα μέτωπα αυτό το σώμα.
Σήμερα, αυτή την ημέρα εθνικής ιστορικής μνήμης, βρισκόμαστε στο Μνημείο Πεσόντων Νεοχωριτών, οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής. Απλοί, λαϊκοί, εργατικοί, πρόσφυγες, άνθρωποι του μόχθου, που αγαπούσαν τη θάλασσα αλλά και την ελευθερία και την πατρίδα. Η συνοικία της Νέας Χώρας αποτέλεσε έναν από τους στόχους των γερμανικών βομβαρδιστικών τον Μάιο του 1941 λόγω της ύπαρξης στρατιωτικών εφοδίων στις αποθήκες της βιομηχανίας της Α.Β.Ε.Α., της θέσης της περιοχής στον άξονα Μάλεμε – Σούδα αλλά και της εγκατάστασης στα δυτικά της συνοικίας, στη γέφυρα του Κλαδισού, ενός ελληνικού και ενός νεοζηλανδέζικου τάγματος.
Οι σφοδροί βομβαρδισμοί, που είχαν ξεκινήσει από τις 13 Μαΐου, ανάγκασαν νωρίς το πρωί της 20ης Μαΐου τους κατοίκους να καταφύγουν αρχικά σε αυτοσχέδια και πρόχειρα καταφύγια, στα τείχη, στο εβραϊκό νεκροταφείο, στα υπόγεια σπιτιών, σε σπηλιές, και στη συνέχεια να αναζητήσουν προστασία στα χωριά. Η γερμανική επίθεση κορυφώθηκε, μετά την πρωτόγνωρη για τους κατοίκους προσγείωση ανεμοπλάνων και τη ρίψη αλεξιπτωτιστών, τους οποίους ο απλός κρητικός λαός ονόμασε «ουρανίτες», καθώς η λέξη αλεξιπτωτιστής τούς ήταν τελείως άγνωστη. Σκοπός των δυνάμεων αυτών ήταν η καταστροφή των αντιαεροπορικών πυροβολαρχιών και η κατάληψη του Στρατιωτικού Νοσοκομείου των Αγίων Αποστόλων. Ωστόσο, η προσγείωση του τάγματος έγινε με μεγάλη διασπορά και απώλειες, χωρίς οι αλεξιπτωτιστές να πετύχουν τον αντικειμενικό τους στόχο.
Το Σάββατο 24 Μαΐου τα Χανιά και η Νέα Χώρα δέχτηκαν τη μεγαλύτερη αεροπορική επίθεση με βόμβες 1000 λιβρών από τα γερμανικά βομβαρδιστικά που μετέφεραν δεσμίδες των 6 βομβών. Μεγάλες υπήρξαν οι υλικές ζημιές από τις βόμβες στο Πανελλήνιο, στη Σελίνου, στη διασταύρωση Μελετίου Μεταξάκη και Μελετίου Πηγά, στη Γερασίμου Παρδάλη, στον Ιερό Ναό Αγίων Κων/νου και Ελένης. Οι βομβαρδισμοί και οι μάχες τις επόμενες ημέρες οδήγησαν στο θάνατο πολλούς Νεοχωρίτες, ενώ πολλοί ήταν και αυτοί που εγκατέλειψαν τη συνοικία.
Μετά την κατάπαυση των εχθροπραξιών στις 27 Μαΐου, στη Νέα Χώρα εγκαταστάθηκαν μονάδες του Γερμανικού στρατού. Το κέντρο διαβιβάσεων στην οικία Γαροφαλάκη, στο Μόλο, το μηχανουργείο στην οικία Γαλιάτσου, στην οδό Μελετίου Μεταξάκη, ιατρείο στην οδό Χάου, στρατιωτικά μαγειρεία στην οδό Σελίνου. Επίσης, χρησιμοποιήθηκε η Α.Β.Ε.Α. ως αποθήκη, ενώ στην παραλία δημιουργήθηκαν οχυρωματικά έργα και τοποθετήθηκαν αντιαεροπορικά πυροβόλα.
Οι Νεοχωρίτες, όπως ολόκληρος ο κρητικός λαός, από την πρώτη στιγμή αντιστάθηκαν αυθόρμητα στη γερμανική εισβολή και εντάχθηκαν στην Εθνική Αντίσταση. Διακινούσαν παράνομα προκηρύξεις, παρείχαν άσυλο και υποστήριξη σε Άγγλους, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς συμμάχους κρύβοντάς τους ακόμα και μέσα στα σπίτια τους, παρ’ όλο που γνώριζαν ότι κάτι τέτοιο ισοδυναμούσε με θάνατο! Ο αγώνας τους, ατομικός αρχικά και οργανωμένος στη συνέχεια, συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής μέχρι την τελική απελευθέρωσή του νησιού το 1945. Ακόμα και τα παιδιά, τα Αετόπουλα της Καινούργιας Χώρας συμμετείχαν σε αντιστασιακές ενέργειες. Άλλωστε οι Νεοχωρίτες ανέκαθεν διακατέχονταν από προοδευτικές ιδέες και αγωνιστικό πνεύμα. Πριν ακόμα την ίδρυση της ΕΠΟΝ είχε δημιουργηθεί η ΠΟΕΝ, Παγκρήτια Οργάνωση Ελεύθερων Νέων, η οποία αργότερα συγχωνεύτηκε με την ΕΠΟΝ, ενώ ήδη από το 1938 είχαν λάβει μέρος στο κίνημα των Χανίων εναντίον της Δικτατορίας του Μεταξά.
Στις αρχές του 1945 οι Γερμανοί σε μπλόκο στην πλατεία Βαφέ της Νέας Χώρας συνέλαβαν 40 μέλη της ΕΠΟΝ που μοίραζαν προκηρύξεις εναντίον των Γερμανών και τους οδήγησαν στις φυλακές της Αγιάς. Την ευθύνη ανέλαβε ο επικεφαλής της ομάδας, ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο αλλά τελικά δεν εκτελέστηκε.
105 είναι μόνο οι γνωστοί Νεοχωρίτες, άνδρες και γυναίκες, που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Άλλοι φονεύθηκαν κατά τους βομβαρδισμούς και τις μάχες του Μαΐου 1941, άλλοι στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, άλλοι εξαιτίας αντιστασιακών ενεργειών ενώ κάποιοι πνίγηκαν κατά τη βύθιση του πλοίου Ταναΐς το 1944. Πέρα όμως από τα επίσημα έγγραφα, πολύτιμη πηγή για τα γεγονότα της περιόδου αποτελεί η πληθώρα προσωπικών μαρτυριών από απλούς ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα. Με την αμεσότητά τους οι προφορικές ιστορίες αποτυπώνουν με τρόπο βιωματικό τον ηρωισμό και το υψηλό φρόνημα του κρητικού λαού. Αυτές δεν αποτελούν μόνο συμβολή στην ιστορική επιστήμη αλλά και ουσιαστική συνεισφορά στην ενδυνάμωση της ιστορικής μνήμης και τη συγκρότηση της εθνικής μας ταυτότητας.
Στη σημερινή επετειακή εκδήλωση, στεκόμαστε ευλαβικά σ’ αυτό το Μνημείο των Πεσόντων Νεοχωριτών, στη γειτονιά του σχολείου μας και τιμάμε τη μνήμη τους επιδιώκοντας να μην περάσει στην ιστορική λήθη η θυσία και ο αγώνας τους. Το μεγαλείο, η ψυχική δύναμη και η θυσία τους έδωσαν μαθήματα λευτεριάς και ανθρωπιάς στους ισχυρούς της γης. Γι’ αυτό και κάθε Κρητικός μπορεί να διαλαλεί με το κεφάλι ψηλά τα λόγια του Κωστή Παλαμά:
Είμαι από την Κρήτη, Απ’ το νησί που δε γερνά, δε γέρνει
και σκλαβωμένο, ασκλάβωτο, πάντα ‘ναι για να δίνει μαθήματα της Λευτεριάς.
Αναρωτιέται, όμως, εύλογα κανείς, κυρίες και κύριοι, τι νόημα έχουν για τους ανθρώπους της εποχής μας οι εθνικές επέτειοι; Ποια είναι η αξία της υπενθύμισης γεγονότων που συνέβησαν 80 και πλέον χρόνια πριν; Σημαίνουν κάτι για εμάς τους νέους της τεχνολογίας και των έντονων ρυθμών;
Όταν η Ιστορία επαναλαμβάνεται και τα γεγονότα μοιάζουν να είναι τα ίδια, τότε ναι, επιβάλλεται να γνωρίζουμε το παρελθόν. Γιατί ειδικά στην περίπτωση του πολέμου η Παθολογία παραμένει τρομακτική από τα χρόνια του Θουκυδίδη, ο οποίος χαρακτηριστικά τόνιζε ότι:
«Σε καιρούς ειρήνης κι όταν υπάρχει σχετική ευημερία, τόσο οι πολιτείες όσο και τα άτομα, είναι πιο καλοπροαίρετοι ο ένας για τον άλλον, επειδή δε φτάνουνε σε απόγνωση από άκρα ανάγκη που δεν τους ήρθε με τη θέλησή τους· ο πόλεμος όμως, που παίρνει ύπουλα κάτω απ’ τα πόδια των ανθρώπων την ευκολία να κερδίζουν το καθημερινό τους, τους διδάσκει την ωμότητα, κ’ εντείνει την αγανάχτηση των πολλών ανάλογα με την κατάσταση όπου τους φέρνει». (Θουκ.ΙΙΙ,82,2-3)
Και… επειδή όπως λέει και ο ποιητής Μανώλης Αναγνωστάκης
«… ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα. Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!»
δεν πρέπει να αδιαφορούμε. Ο πόλεμος και ο φασισμός απειλούν όλο τον πλανήτη, την Ευρώπη αλλά και την περιοχή μας.
Ο αγώνας και η θυσία των συμπολιτών μας δεν μας κάνουν απλώς υπερήφανους για τον τόπο μας και τη γειτονιά μας, τη Νέα Χώρα. Μας αφήνουν μια βαριά παρακαταθήκη, την ιστορική ευθύνη να διατηρήσουμε κεκτημένα δικαιώματα και επιβεβαιώνουν την άποψη ότι οι λαοί έχουν τη δύναμη, όταν το θέλουν, να ρυθμίζουν το μέλλον τους. Πολύ περισσότερο μας διδάσκουν το πιο σπουδαίο μάθημα, την ανάγκη να υπερασπιζόμαστε με κάθε προσωπική θυσία την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, την ειρήνη. Τις αξίες αυτές που αναδεικνύουν την ουσία της ύπαρξής μας, την ανθρωπιά.
Ας είναι αιωνία η μνήμη τους!
ΠΗΓΕΣ: ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, έκδοση περιοδικού Ντοκουμέντο, Η ΑΛΙΒΡΕΚΤΟΣ ΝΕΑ ΧΩΡΑ, Χανιά 2012, Το χρονικό της Μάχης της Κρήτης, Η προετοιμασία της Μάχης της Κρήτης, Χανιά 1941-1991, Ετήσια έκδοση Δήμου Χανίων, Γενικό Επιτελείο Στρατού Η Μάχη της Κρήτης | Army gr, Η Μάχη της Κρήτης | in.gr, Αφιέρωμα εφ. Ελευθεροτυπίας, 70 χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης
Μαθητές:
Χαροντάκης Χρήστος
Χωλοπούλου Βαΐα